Μέλινα Μερκούρη
Η Μελίνα Μερκούρη γεννήθηκε στην Αθήνα, στις 18 Οκτωβρίου του 1920. Καταγόταν από οικογένεια πολιτικών και ήταν η αγαπημένη εγγονή του Σπύρου Μερκούρη, ενός από τους πιο επιτυχημένους και δημοφιλείς Δημάρχους της Αθήνας για περισσότερα από 20 χρόνια. Πατέρας της ήταν ο Σταμάτης Μερκούρης, βουλευτής για περισσότερα από 30 χρόνια. Μητέρα της, η Ειρήνη Λάππα, που ανήκε σε μια από τις καλύτερες αθηναϊκές οικογένειες.
To βαφτιστικό της όνομα ήταν Αμαλία–Μαρία, δεν τη φώναξαν όμως έτσι ποτέ. Το όνομα που θα χρησιμοποιούσαν σε όλη της τη ζωή, και με το οποίο έγινε πασίγνωστη, ήταν το "Μελίνα".Πολλές φορές δεν χρειαζόταν καν το επίθετο "Μερκούρη" για να συστηθεί. Ήταν η Μελίνα όλων των Ελλήνων, αλλά και η Μελίνα των ξένων. Ήταν μια από τις σημαντικότερες Ελληνίδες του 20ού αιώνα. Ελληνίδα μεγάλη ηθοποιός με διεθνή βραβεία και παγκόσμιας ακτινοβολίας πολύμορφη προσωπικότητα και πολιτικός που σημάδεψε με την παρουσία της τον πολιτισμό της Ελλάδας, η οποία εύστοχα χαρακτηρίστηκε ως η "Τελευταία Ελληνίδα Θεά" και "γυναίκα-φλόγα". Διετέλεσε υπουργός Πολιτισμού επί σειρά ετών.
Το Σεπτέμβρη του 1938 έδωσε εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού θεάτρου, απήγγειλε ένα ποίημα του Κώστα Καρυωτάκη. Ανάμεσα στους εξεταστές της, και ο Αιμίλιος Βεάκης. "Δεν πέρασα" σκέφτηκε. Έγινε δεκτή πανηγυρικά την αναλαμβάνει ο Δημήτρης Ροντήρης. Διέγνωσε μέσα της την τραγωδό και την έβαλε να δουλεύει σκληρά. Αποφοιτά το 1944. Εντάσσεται στο δυναμικό του Εθνικού θεάτρου, όπου ερμηνεύει μικρούς ρόλους στην κεντρική σκηνή και στη σκηνή του Πειραιά. Πρωτοεμφανίζεται στη θεατρική σκηνή στο Θέατρο Βρετάνια με το έργο του Αλέξη Σολωμού". Η πρώτη της όμως μεγάλη επιτυχία έρχεται το 1949 με το "Λεωφορείον ο πόθος" που αποτέλεσε μια από τις παραστάσεις σταθμούς στην καριέρα της (παράσταση για την οποία γράφτηκε το τραγούδι του Μάνου Χατζηδάκη "Χάρτινο το Φεγγαράκι") καθώς το Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν για τους ηθοποιούς του Εθνικού ήταν "απαγορευμένο". Ακολουθεί μια περίοδος που ζει στο Παρίσι, όπου συναναστρέφεται με μεγάλες φυσιογνωμίες των τεχνών και των γραμμάτων.
Από το 1951 αρχίζει να πρωταγωνιστεί παράλληλα και στην Γαλλική θεατρική σκηνή, όπου γνωρίζει τον Μαρσέλ Ασάρ έναν από τους μεγαλύτερους θεατρικούς συγγραφείς όπου γίνεται μούσα του. Εκεί θα γνωρίσει τον Ζαν Κοκτώ, τον Ζαν Πωλ Σαρτρ, την Κολέτ, τη Φρανσουάζ Σαγκάν. Εκεί ανοίγουν οι ορίζοντές της. Το 1953 παίρνει το έπαθλο "Μαρίκα Κοτοπούλη". Σε αυτή τη δεκαετία ανακαλύπτει το κοινωνικό πρόσωπο που κρύβει μέσα της και αναμιγνύεται με τον θεατρικό συνδικαλισμό.Σημαντική ωστόσο η πορεία της στον διεθνή και ελληνικό κινηματογράφο. Της γίνεται η πρώτη πρόταση να πρωταγωνιστήσει σε κινηματογραφική ταινία. Πρόκειται για τη "Στέλλα" του Μιχάλη Κακογιάννη από το θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη "Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια". Έργο το οποίο αποτελεί το κινηματογραφικό της ντεμπούτο. Η ταινία αυτή ήταν η μόνη που έκανε η Μελίνα Μερκούρη με ελληνική παραγωγή (Καραγιάννης Καρατζόπουλος) και επαινέθηκε ιδιαίτερα στο κινηματογραφικό Φεστιβάλ των Καννών το 1956 όπου της απονέμεται το κορυφαίο βραβείο πρώτης γυναικείας ερμηνείας για την ερμηνεία της στην ταινία "Ποτέ την Κυριακή", και επίσης μία υποψηφιότητα για Όσκαρ για το Ποτέ την Κυριακή (Never on Sunday) το 1960. Η εμφάνισή της σ'αυτό, όμως, θα είναι μοιραία, αφού εκεί θα γνωρίσει τον αμερικανό σκηνοθέτη Ζυλ Ντασσέν, κατοπινό σύντροφό της δια βίου. Η Μελίνα θα πρωταγωνιστήσει στην ταινία του "Ο Χριστός ξανασταυρώνεται" όπου συνεργάζεται με το μεγάλο έρωτα της ζωής της τοv Ζυλ Ντασσέν βασισμένη στο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη την ίδια χρονιά και από τότε θα παίξει σε πολλές ακόμα ταινίες του. Συνολικά, έχει πρωταγωνιστήσει σε 19 ταινίες.
Συνεχίζει την παράλληλη πορεία της και στις δύο σκηνές, την αθηναϊκή και την παριζιάνικη. Το 1960, είναι η χρονιά της. Τότε σημειώνεται και η μεγαλύτερη επιτυχία αυτής της περιόδου στο θέατρο, όπου συνεχίζει αδιάλειπτα την πορεία της έως το 1967. Η διεθνής αναγνώριση είναι πλέον γεγονός. Η Μελίνα θα ανοίξει τα φτερά της το 1967 για το Μπρόντγουεϊ της Νέας Υόρκης, για να παίξει στο "Ίλια Ντάρλινγκ" που ανεβάζει, με προπωλημένα όλα τα εισιτήρια των παραστάσεων και με συμπρωταγωνιστή τον Νίκο Κούρκουλο, ενώ είχε ήδη κάνει περιοδεία σε ολόκληρες της Ηνωμένες Πολιτείες και με τον Ζυλ Ντασσέν, σύζυγό της από την προηγούμενη χρονιά, στο πλευρό της. Το έργο είναι η θεατρική διασκευή του κινηματογραφικού έργου "Never on Sunday" (Ποτέ την Κυριακή), που της είχε χαρίσει παγκόσμια αναγνώριση. Κατά τα έτη 1967 εώς 1974, τα χρόνια της δικτατορίας, από τη στιγμή που τελείωσε τις παραστάσεις του "Illya Darling" έπαιξε μόνο την Λύσιστράτη το 1972. Το 1975 και ενώ έχει επιστρέψει στην Ελλάδα, ανεβάζει στο θέατρο Κάππα με τον Νίκο Κούρκουλο την "Όπερα της πεντάρας ", το 1976 την "Μήδεια" με το Κ.Θ.Β.Ε ,και πολλά άλλα.Το 1992 κάνει μια τελευταία, έκτακτη, εμφάνιση στην Όπερα "Πυλάδης" σε βιντεοσκοπημένη σκηνή, όπου ερμήνευσε το ρόλο της Κλυταιμνήστρας, που παρουσιάστηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Παράλληλα είχε σπουδαία πορεία στη δισκογραφία καθώς έχουν κυκλοφορήσει πάνω από δεκαπέντε δίσκοι της, πέρα από soundtrack ταινιών και θεατρικών παραστάσεων. Έχει τραγουδήσει μεγάλους Έλληνες συνθέτες, Μάνο Χατζηδάκη (με τον οποίο τους συνέδεε προσωπική φιλία), Μίκη Θεοδωράκη, Σταύρο Ξαρχάκο ,Γιάννη Μαρκόπουλο, Βασίλη Τσιτσάνη αλλά και κορυφαία ερμηνεία μουσικών έργων των Κουρτ Βάιλ και Μπέρτολτ Μπρεχτ.
Οι ερμηνείες τις έχουν καταγραφεί στις σελίδες της Έβδομης Τέχνης. Εμφανίσεις έκανε και στην τηλεόραση, σε σειρά ντοκιμαντέρ του BBC σε επεισόδιο με τίτλο "Η Ελλάδα της Μελίνας", από όπου και ο ομώνυμος δίσκος του Σταύρου Ξαρχάκου, όπως και σε σήριαλ και εκπομπές στη Γαλλική και τη Γερμανική τηλεόραση. Επίσης έγραψε και ένα βιογραφικό βιβλίο με τίτλο "Γεννήθηκα Ελληνίδα", του οποίου τα έσοδα από τις πωλήσεις διατέθηκαν για τον αντιδικτατορικό αγώνα. Ο τίτλος του βιβλίου της είναι η απάντηση που έδωσε στους δημοσιογράφους όταν της ζήτησαν να κάνει μία δήλωση για την αφαίρεση της υπηκοότητάς της από τους συνταγματάρχες: "Γεννήθηκα Ελληνίδα και θα πεθάνω Ελληνίδα".Η διεθνής ακτινοβολία της Μελίνας και οι επαφές που είχε στο μεταξύ αναπτύξει με κορυφαίους παράγοντες των τεχνών, των γραμμάτων και της πολιτικής, γίνονται αφορμή για να βγει η Ελλάδα από το περιθώριο και να ακουστεί σε ολόκληρη την Ευρώπη και την Αμερική. Η Μελίνα γίνεται μια άτυπη αλλά ουσιαστική πρέσβειρα του ελληνικού πολιτισμού. Μεγάλη αγωνίστρια της αντίστασης κατά της δικτατορίας, πολιτικός με μεγάλη ακτινοβολία στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Στις 18 Οκτωβρίου του 1981 η Μελίνα Μερκούρη εκλέγεται Υπουργός Πολιτισμού και Επιστημών και παραμένει στη θέση αυτή μέχρι τον Ιούνιο του 1989. Κατά τη διάρκεια της θητείας της θα φέρει, με τις πολιτικές της πρωτοβουλίες και τα πολιτικά της οράματα, τον πολιτισμό στις πρώτες σελίδες των εφημερίδων. Θα εντυπωσιάσει με τη δημοκρατική διακυβέρνηση του υπουργείου της και με τον αέρα αλλαγής που εκπνέει.Ως Υπουργός εφάρμοσε μια έντονη εξωτερική πολιτιστική πολιτική. Οργάνωσε πολλές και σημαντικές εκθέσεις σε μουσεία του εξωτερικού, καθώς και εκδηλώσεις ουσίας.
Πολέμησε σφοδρά τη Χούντα (1967-1974) και υπήρξε κορυφαία αγωνίστρια της Δημοκρατίας, χρησιμοποιώντας τη φήμη και τη λάμψη που είχε αποκτήσει, με συνέπεια να της αφαιρεθεί η ελληνική υπηκοότητα.Έδωσε αρκετές συναυλίες και διοργάνωσε αρκετά μεγάλο αριθμό πορειών αντιδικτατορικού χαρακτήρα. Επεδίωξε και συναντήθηκε με πολιτικούς αλλά και με πνευματικές προσωπικότητες παγκοσμίου κύρους, με σκοπό να τους ευαισθητοποιήσει ενάντια στη χούντα. Κατά την διάρκεια των αγώνων της έγιναν εναντίον της απόπειρες δολοφονίας, μία από τις οποίες παραλίγο να της στερήσει τη ζωή. Από τη θέση της ως Υπουργός Πολιτισμού κατόρθωσε και έδωσε το έναυσμα για να ξεκινήσει εκστρατεία για την επιστροφή των κλεμμένων μαρμάρων του Παρθενώνα στην Ελλάδα από το Βρετανικό Μουσείο όπου βρίσκονται μετά την αφαίρεσή τους τον 19ο αιώνα από τον Έλγιν. Η Μελίνα Μερκούρη δεν σταμάτησε να αγωνίζεται για την επιστροφή των μαρμάρων μέχρι το θάνατό της. Για να υποβοηθηθεί το αίτημα της επιστροφής, συνέλαβε την ιδέα ενός νέου Μουσείου Ακροπόλεως και προκήρυξε διεθνή αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για την κατασκευή του, το 1989.Το μουσείο εγκαινιάστηκε το 2009.
Δική της έμπνευση ήταν, επίσης, η δημιουργία του θεσμού της "Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης", ενός κορυφαίου γεγονότος με αποκλειστικό σκοπό την σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ των ευρωπαϊκών πόλεων, του πρώτου και μοναδικού μέχρι στιγμής θεσμού που ενώνει πολιτιστικά τις χώρες της Ενωμένης Ευρώπης (ανάδειξη μνημείων, διοργάνωση πολιτιστικών εκδηλώσεων, συνεδρίων, εκθέσεων κλπ) σε μια διαφορετική πόλη κάθε χρόνο, ώστε να της δίνεται η ευκαιρία να αναδεικνύει την πολιτιστική της κληρονομιά και να ισχυροποιεί την ταυτότητά της μέσα στην Ευρώπη και έκανε το εντυπωσιακό του ξεκίνημα πριν από την Αθήνα. Η Μελίνα Μερκούρη πίστευε ακράδαντα ότι ο πολιτισμός είναι η βαριά βιομηχανία μας. Ότι είναι ένα σοβαρό εξαγώγιμο προϊόν και ότι έχει μεγάλη σημασία και αξία η ανάδειξή του κατορθώνοντας να το κάνει συνείδηση όλων.
"Πρέπει να καταλάβετε τι σημαίνουν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα για μας", έλεγε. "Είναι το καμάρι μας. Είναι οι θυσίες μας. Είναι το υπέρτατο σύμβολο ευγένειας. Είναι φόρος τιμής στη δημοκρατική φιλοσοφία. Είναι η φιλοδοξία και το όνομά μας. Είναι η ουσία της ελληνικότητάς μας". Και "Αν με ρωτήσετε εάν θα ζω όταν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα επιστρέψουν στην Ελλάδα, σας λέω πως ναι, θα ζω. Αλλά κι αν ακόμη δεν ζω πια, θα ξαναγεννηθώ". Δεν έπαυσε να επαναλαμβάνει ότι η Ελλάδα ζητούσε μόνο την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα και όχι και των άλλων αριστουργημάτων που βρίσκονται σε ξένα μουσεία. Κι αυτό επειδή τα Μάρμαρα του Παρθενώνα αποτελούν μέρος ενός μοναδικού μνημείου.
Στις εκλογές του Οκτωβρίου 1993, η Μελίνα Μερκούρη επανήλθε στο υπουργείο Πολιτισμού. Στη διάρκεια της σύντομης δεύτερης θητείας της ονειρεύτηκε και προσπάθησε να υλοποιήσει το πρόγραμμα "Αιγαίο- Αρχιπέλαγος",καθώς και το πρόγραμμα "Εκπαίδευση και Πολιτισμός" στο οποίο σήμερα συμμετέχουν περισσότερα από 80 σχολεία.
Το άστρο της Μελίνας Μερκούρη έσβησε το απόγευμα της Κυριακής της 6ης Μαρτίου του 1994, στην εντατική μονάδα του νοσοκομείου "Μεμόριαλ" της Νέας Υόρκης, όπου έχασε τη μάχη με το θάνατο χτυπημένη από το καρκίνο και κηδεύτηκε στις 10 Μαρτίου με τιμές Πρωθυπουργού. Η κηδεία της ήταν πάνδημη. Για τα οράματά της αγωνίζεται το 'Ιδρυμα Μελίνα Μερκούρη, το οποίο ίδρυσε ο σύζυγός της, σκηνοθέτης Ζυλ Ντασσέν μετά το θάνατό της και έχει ως στόχο την επιστροφή των κλαπέντων μαρμάρων της Ακρόπολης.
Επιπλέον :
http://ypeppas.blogspot.com/2009/03/h.html
http://www.melinamercourifoundation.org.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=52&Itemid=87&lang=el
To βαφτιστικό της όνομα ήταν Αμαλία–Μαρία, δεν τη φώναξαν όμως έτσι ποτέ. Το όνομα που θα χρησιμοποιούσαν σε όλη της τη ζωή, και με το οποίο έγινε πασίγνωστη, ήταν το "Μελίνα".Πολλές φορές δεν χρειαζόταν καν το επίθετο "Μερκούρη" για να συστηθεί. Ήταν η Μελίνα όλων των Ελλήνων, αλλά και η Μελίνα των ξένων. Ήταν μια από τις σημαντικότερες Ελληνίδες του 20ού αιώνα. Ελληνίδα μεγάλη ηθοποιός με διεθνή βραβεία και παγκόσμιας ακτινοβολίας πολύμορφη προσωπικότητα και πολιτικός που σημάδεψε με την παρουσία της τον πολιτισμό της Ελλάδας, η οποία εύστοχα χαρακτηρίστηκε ως η "Τελευταία Ελληνίδα Θεά" και "γυναίκα-φλόγα". Διετέλεσε υπουργός Πολιτισμού επί σειρά ετών.
Το Σεπτέμβρη του 1938 έδωσε εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού θεάτρου, απήγγειλε ένα ποίημα του Κώστα Καρυωτάκη. Ανάμεσα στους εξεταστές της, και ο Αιμίλιος Βεάκης. "Δεν πέρασα" σκέφτηκε. Έγινε δεκτή πανηγυρικά την αναλαμβάνει ο Δημήτρης Ροντήρης. Διέγνωσε μέσα της την τραγωδό και την έβαλε να δουλεύει σκληρά. Αποφοιτά το 1944. Εντάσσεται στο δυναμικό του Εθνικού θεάτρου, όπου ερμηνεύει μικρούς ρόλους στην κεντρική σκηνή και στη σκηνή του Πειραιά. Πρωτοεμφανίζεται στη θεατρική σκηνή στο Θέατρο Βρετάνια με το έργο του Αλέξη Σολωμού". Η πρώτη της όμως μεγάλη επιτυχία έρχεται το 1949 με το "Λεωφορείον ο πόθος" που αποτέλεσε μια από τις παραστάσεις σταθμούς στην καριέρα της (παράσταση για την οποία γράφτηκε το τραγούδι του Μάνου Χατζηδάκη "Χάρτινο το Φεγγαράκι") καθώς το Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν για τους ηθοποιούς του Εθνικού ήταν "απαγορευμένο". Ακολουθεί μια περίοδος που ζει στο Παρίσι, όπου συναναστρέφεται με μεγάλες φυσιογνωμίες των τεχνών και των γραμμάτων.
Από το 1951 αρχίζει να πρωταγωνιστεί παράλληλα και στην Γαλλική θεατρική σκηνή, όπου γνωρίζει τον Μαρσέλ Ασάρ έναν από τους μεγαλύτερους θεατρικούς συγγραφείς όπου γίνεται μούσα του. Εκεί θα γνωρίσει τον Ζαν Κοκτώ, τον Ζαν Πωλ Σαρτρ, την Κολέτ, τη Φρανσουάζ Σαγκάν. Εκεί ανοίγουν οι ορίζοντές της. Το 1953 παίρνει το έπαθλο "Μαρίκα Κοτοπούλη". Σε αυτή τη δεκαετία ανακαλύπτει το κοινωνικό πρόσωπο που κρύβει μέσα της και αναμιγνύεται με τον θεατρικό συνδικαλισμό.Σημαντική ωστόσο η πορεία της στον διεθνή και ελληνικό κινηματογράφο. Της γίνεται η πρώτη πρόταση να πρωταγωνιστήσει σε κινηματογραφική ταινία. Πρόκειται για τη "Στέλλα" του Μιχάλη Κακογιάννη από το θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη "Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια". Έργο το οποίο αποτελεί το κινηματογραφικό της ντεμπούτο. Η ταινία αυτή ήταν η μόνη που έκανε η Μελίνα Μερκούρη με ελληνική παραγωγή (Καραγιάννης Καρατζόπουλος) και επαινέθηκε ιδιαίτερα στο κινηματογραφικό Φεστιβάλ των Καννών το 1956 όπου της απονέμεται το κορυφαίο βραβείο πρώτης γυναικείας ερμηνείας για την ερμηνεία της στην ταινία "Ποτέ την Κυριακή", και επίσης μία υποψηφιότητα για Όσκαρ για το Ποτέ την Κυριακή (Never on Sunday) το 1960. Η εμφάνισή της σ'αυτό, όμως, θα είναι μοιραία, αφού εκεί θα γνωρίσει τον αμερικανό σκηνοθέτη Ζυλ Ντασσέν, κατοπινό σύντροφό της δια βίου. Η Μελίνα θα πρωταγωνιστήσει στην ταινία του "Ο Χριστός ξανασταυρώνεται" όπου συνεργάζεται με το μεγάλο έρωτα της ζωής της τοv Ζυλ Ντασσέν βασισμένη στο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη την ίδια χρονιά και από τότε θα παίξει σε πολλές ακόμα ταινίες του. Συνολικά, έχει πρωταγωνιστήσει σε 19 ταινίες.
Συνεχίζει την παράλληλη πορεία της και στις δύο σκηνές, την αθηναϊκή και την παριζιάνικη. Το 1960, είναι η χρονιά της. Τότε σημειώνεται και η μεγαλύτερη επιτυχία αυτής της περιόδου στο θέατρο, όπου συνεχίζει αδιάλειπτα την πορεία της έως το 1967. Η διεθνής αναγνώριση είναι πλέον γεγονός. Η Μελίνα θα ανοίξει τα φτερά της το 1967 για το Μπρόντγουεϊ της Νέας Υόρκης, για να παίξει στο "Ίλια Ντάρλινγκ" που ανεβάζει, με προπωλημένα όλα τα εισιτήρια των παραστάσεων και με συμπρωταγωνιστή τον Νίκο Κούρκουλο, ενώ είχε ήδη κάνει περιοδεία σε ολόκληρες της Ηνωμένες Πολιτείες και με τον Ζυλ Ντασσέν, σύζυγό της από την προηγούμενη χρονιά, στο πλευρό της. Το έργο είναι η θεατρική διασκευή του κινηματογραφικού έργου "Never on Sunday" (Ποτέ την Κυριακή), που της είχε χαρίσει παγκόσμια αναγνώριση. Κατά τα έτη 1967 εώς 1974, τα χρόνια της δικτατορίας, από τη στιγμή που τελείωσε τις παραστάσεις του "Illya Darling" έπαιξε μόνο την Λύσιστράτη το 1972. Το 1975 και ενώ έχει επιστρέψει στην Ελλάδα, ανεβάζει στο θέατρο Κάππα με τον Νίκο Κούρκουλο την "Όπερα της πεντάρας ", το 1976 την "Μήδεια" με το Κ.Θ.Β.Ε ,και πολλά άλλα.Το 1992 κάνει μια τελευταία, έκτακτη, εμφάνιση στην Όπερα "Πυλάδης" σε βιντεοσκοπημένη σκηνή, όπου ερμήνευσε το ρόλο της Κλυταιμνήστρας, που παρουσιάστηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Παράλληλα είχε σπουδαία πορεία στη δισκογραφία καθώς έχουν κυκλοφορήσει πάνω από δεκαπέντε δίσκοι της, πέρα από soundtrack ταινιών και θεατρικών παραστάσεων. Έχει τραγουδήσει μεγάλους Έλληνες συνθέτες, Μάνο Χατζηδάκη (με τον οποίο τους συνέδεε προσωπική φιλία), Μίκη Θεοδωράκη, Σταύρο Ξαρχάκο ,Γιάννη Μαρκόπουλο, Βασίλη Τσιτσάνη αλλά και κορυφαία ερμηνεία μουσικών έργων των Κουρτ Βάιλ και Μπέρτολτ Μπρεχτ.
Οι ερμηνείες τις έχουν καταγραφεί στις σελίδες της Έβδομης Τέχνης. Εμφανίσεις έκανε και στην τηλεόραση, σε σειρά ντοκιμαντέρ του BBC σε επεισόδιο με τίτλο "Η Ελλάδα της Μελίνας", από όπου και ο ομώνυμος δίσκος του Σταύρου Ξαρχάκου, όπως και σε σήριαλ και εκπομπές στη Γαλλική και τη Γερμανική τηλεόραση. Επίσης έγραψε και ένα βιογραφικό βιβλίο με τίτλο "Γεννήθηκα Ελληνίδα", του οποίου τα έσοδα από τις πωλήσεις διατέθηκαν για τον αντιδικτατορικό αγώνα. Ο τίτλος του βιβλίου της είναι η απάντηση που έδωσε στους δημοσιογράφους όταν της ζήτησαν να κάνει μία δήλωση για την αφαίρεση της υπηκοότητάς της από τους συνταγματάρχες: "Γεννήθηκα Ελληνίδα και θα πεθάνω Ελληνίδα".Η διεθνής ακτινοβολία της Μελίνας και οι επαφές που είχε στο μεταξύ αναπτύξει με κορυφαίους παράγοντες των τεχνών, των γραμμάτων και της πολιτικής, γίνονται αφορμή για να βγει η Ελλάδα από το περιθώριο και να ακουστεί σε ολόκληρη την Ευρώπη και την Αμερική. Η Μελίνα γίνεται μια άτυπη αλλά ουσιαστική πρέσβειρα του ελληνικού πολιτισμού. Μεγάλη αγωνίστρια της αντίστασης κατά της δικτατορίας, πολιτικός με μεγάλη ακτινοβολία στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Στις 18 Οκτωβρίου του 1981 η Μελίνα Μερκούρη εκλέγεται Υπουργός Πολιτισμού και Επιστημών και παραμένει στη θέση αυτή μέχρι τον Ιούνιο του 1989. Κατά τη διάρκεια της θητείας της θα φέρει, με τις πολιτικές της πρωτοβουλίες και τα πολιτικά της οράματα, τον πολιτισμό στις πρώτες σελίδες των εφημερίδων. Θα εντυπωσιάσει με τη δημοκρατική διακυβέρνηση του υπουργείου της και με τον αέρα αλλαγής που εκπνέει.Ως Υπουργός εφάρμοσε μια έντονη εξωτερική πολιτιστική πολιτική. Οργάνωσε πολλές και σημαντικές εκθέσεις σε μουσεία του εξωτερικού, καθώς και εκδηλώσεις ουσίας.
Πολέμησε σφοδρά τη Χούντα (1967-1974) και υπήρξε κορυφαία αγωνίστρια της Δημοκρατίας, χρησιμοποιώντας τη φήμη και τη λάμψη που είχε αποκτήσει, με συνέπεια να της αφαιρεθεί η ελληνική υπηκοότητα.Έδωσε αρκετές συναυλίες και διοργάνωσε αρκετά μεγάλο αριθμό πορειών αντιδικτατορικού χαρακτήρα. Επεδίωξε και συναντήθηκε με πολιτικούς αλλά και με πνευματικές προσωπικότητες παγκοσμίου κύρους, με σκοπό να τους ευαισθητοποιήσει ενάντια στη χούντα. Κατά την διάρκεια των αγώνων της έγιναν εναντίον της απόπειρες δολοφονίας, μία από τις οποίες παραλίγο να της στερήσει τη ζωή. Από τη θέση της ως Υπουργός Πολιτισμού κατόρθωσε και έδωσε το έναυσμα για να ξεκινήσει εκστρατεία για την επιστροφή των κλεμμένων μαρμάρων του Παρθενώνα στην Ελλάδα από το Βρετανικό Μουσείο όπου βρίσκονται μετά την αφαίρεσή τους τον 19ο αιώνα από τον Έλγιν. Η Μελίνα Μερκούρη δεν σταμάτησε να αγωνίζεται για την επιστροφή των μαρμάρων μέχρι το θάνατό της. Για να υποβοηθηθεί το αίτημα της επιστροφής, συνέλαβε την ιδέα ενός νέου Μουσείου Ακροπόλεως και προκήρυξε διεθνή αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για την κατασκευή του, το 1989.Το μουσείο εγκαινιάστηκε το 2009.
Δική της έμπνευση ήταν, επίσης, η δημιουργία του θεσμού της "Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης", ενός κορυφαίου γεγονότος με αποκλειστικό σκοπό την σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ των ευρωπαϊκών πόλεων, του πρώτου και μοναδικού μέχρι στιγμής θεσμού που ενώνει πολιτιστικά τις χώρες της Ενωμένης Ευρώπης (ανάδειξη μνημείων, διοργάνωση πολιτιστικών εκδηλώσεων, συνεδρίων, εκθέσεων κλπ) σε μια διαφορετική πόλη κάθε χρόνο, ώστε να της δίνεται η ευκαιρία να αναδεικνύει την πολιτιστική της κληρονομιά και να ισχυροποιεί την ταυτότητά της μέσα στην Ευρώπη και έκανε το εντυπωσιακό του ξεκίνημα πριν από την Αθήνα. Η Μελίνα Μερκούρη πίστευε ακράδαντα ότι ο πολιτισμός είναι η βαριά βιομηχανία μας. Ότι είναι ένα σοβαρό εξαγώγιμο προϊόν και ότι έχει μεγάλη σημασία και αξία η ανάδειξή του κατορθώνοντας να το κάνει συνείδηση όλων.
"Πρέπει να καταλάβετε τι σημαίνουν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα για μας", έλεγε. "Είναι το καμάρι μας. Είναι οι θυσίες μας. Είναι το υπέρτατο σύμβολο ευγένειας. Είναι φόρος τιμής στη δημοκρατική φιλοσοφία. Είναι η φιλοδοξία και το όνομά μας. Είναι η ουσία της ελληνικότητάς μας". Και "Αν με ρωτήσετε εάν θα ζω όταν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα επιστρέψουν στην Ελλάδα, σας λέω πως ναι, θα ζω. Αλλά κι αν ακόμη δεν ζω πια, θα ξαναγεννηθώ". Δεν έπαυσε να επαναλαμβάνει ότι η Ελλάδα ζητούσε μόνο την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα και όχι και των άλλων αριστουργημάτων που βρίσκονται σε ξένα μουσεία. Κι αυτό επειδή τα Μάρμαρα του Παρθενώνα αποτελούν μέρος ενός μοναδικού μνημείου.
Στις εκλογές του Οκτωβρίου 1993, η Μελίνα Μερκούρη επανήλθε στο υπουργείο Πολιτισμού. Στη διάρκεια της σύντομης δεύτερης θητείας της ονειρεύτηκε και προσπάθησε να υλοποιήσει το πρόγραμμα "Αιγαίο- Αρχιπέλαγος",καθώς και το πρόγραμμα "Εκπαίδευση και Πολιτισμός" στο οποίο σήμερα συμμετέχουν περισσότερα από 80 σχολεία.
Το άστρο της Μελίνας Μερκούρη έσβησε το απόγευμα της Κυριακής της 6ης Μαρτίου του 1994, στην εντατική μονάδα του νοσοκομείου "Μεμόριαλ" της Νέας Υόρκης, όπου έχασε τη μάχη με το θάνατο χτυπημένη από το καρκίνο και κηδεύτηκε στις 10 Μαρτίου με τιμές Πρωθυπουργού. Η κηδεία της ήταν πάνδημη. Για τα οράματά της αγωνίζεται το 'Ιδρυμα Μελίνα Μερκούρη, το οποίο ίδρυσε ο σύζυγός της, σκηνοθέτης Ζυλ Ντασσέν μετά το θάνατό της και έχει ως στόχο την επιστροφή των κλαπέντων μαρμάρων της Ακρόπολης.
Επιπλέον :
http://ypeppas.blogspot.com/2009/03/h.html
http://www.melinamercourifoundation.org.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=52&Itemid=87&lang=el
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου